à bon droit - translation to Αγγλικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

à bon droit - translation to Αγγλικά

SWEET OR SMALL CONFECTION COATED IN CHOCOLATE
Bon bon; Bon Bons; Bon-bon; Bonbons; Bon-Bon; Bon Bon

à bon droit      
deservedly

Ορισμός

Bon
·adj Good; valid as security for something.

Βικιπαίδεια

Bonbon

A bonbon is a small chocolate confection. They are usually filled with liqueur or other sweet alcoholic ingredients, and sold wrapped in coloured foil.

Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για à bon droit
1. Aujourd‘hui, la Grande–Bretagne pourrait en revanche reprendre à bon droit la formule, même si Tony Blair est trop intelligent pour le faire.
2. En payant un lourd tribut à la cause de " monde libre " contre le nazisme, Algériens et Malgaches ont cru, non pas naïvement mais à bon droit que le vent de la liberté avait soufflé pour tous les peuples encore sous le joug colonial et que les puissances victorieuses allaient tenir leurs promesses en leur ouvrant la voie vers lémancipation.
3. Tout comme les nominations répétitives, sinon redondantes de professionnels qui ont rejoint les rangs de lordre en vertu des articles 66 et 67 de la loi '1–08, et dont les circuits des relations sont tout tracés, les groupes des professionnels qui ont pied dans les grands offices notariaux, linfluence des commissaires aux comptes des SGP ou holdings, propriétaires des EPE, qui choisissent (à bon droit, mais...) les commissaires aux comptes des entreprises.